.»
Ἁ “ Τ .
ΕΙΣΤΟΝ ΒΙΟΝΕΙΚΟΝΙΣΜΕκΟΝ,
Μὲ τὸν βίον ἄγβρωσε διίζαι σὺ παραὶ
μέταν ἔτυχας. ξύρες ζλαθες κατί-
σχες μὲ τὰς δἰχαθμη πρὸς ῥαφώνγην
ἐκλοὺῃ {μὴ πρὸς ἐνφημ χωράσηωμὴ ϑὰ φρο
γῊ της ὑψιλὴρη πίρα τοῦ μα ἰν. [ὑμνὸν μᾷ,
βλύ πές βύκτομ,ἰυμνὸν μὲ Υλ τὸ τέλος οὖ
τοὺς σίδας μοῦ δοχεὶ, βλώπῳ μὴ κυλιολωσί,
τοὶ τὰς κνημας μὲ ἡϊερὰ φεύίω παρί πα
μαΐτον ζυγὰ κατέχω τὰ χῴιρὶ ᾿ φοβοῦ
τὰς μῳτακλίσᾳις, τὶ μι κράτεϊς .
σκιὰν μρά τῶς Ὄνονμ κραταιῷ
ἀνέμου. τί με κράϊεϊς.
καπνὸμ μρατᾳῖς. ὃ
γίιρον. ἵχνος
ἀλίς, ;
᾽
8,
: